- κροτωνοειδής
- κροτωνοειδής, -ές (Α)αυτός που μοιάζει με το φυτό κρότωνας («τοῡ κροτωνοειδέος τήν ῥίζαν δίδου πίνειν», Ιπποκρ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < κροτών + -ειδής*].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
αραχνίδια ή αραχνοειδή — (arachnoidea). Ομοταξία αρθροπόδων ζώων. Το σώμα των ζώων αυτών χωρίζεται σε δύο τμήματα: το εμπρός που αποκαλείται πρόσωμα (ή κεφαλοθώρακας) και το πίσω που αποκαλείται οπισθόσωμα (ή κοιλία). Τα πρώτα προστοματικά τους εξαρτήματα λέγονται… … Dictionary of Greek